Δημοφιλείς αναρτήσεις

Προς Αναγνώστη Καλωσόρισμα και μια εξήγηση

Αγαπητέ αναγνώστη, καλώς όρισες στα μέρη μας, μπορείς να ξεκουραστείς λίγο εδώ, δεν έχουμε θέματα που λειτουργούν σαν ενοχλητικές μυίγες, εδώ θα βρεις κάποια κείμενα ποίησης ή πεζά, κείμενα φιλοσοφίας, αρχαίου ελληνικού λόγου, κείμενα γραμμένα στις πιο γνωστές ευρωπαϊκές γλώσσες, (μια καλή μετάφραση εκ μέρους σου θα ήταν ευπρόσδεκτη) που μου έκαναν εντύπωση, αν κι εσύ βρεις κάτι, πολύ ευχαρίστως θα το δημοσιεύσω αν είναι κοντά σ'αυτά που αποτελούν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα αυτού του μπλόγκ. Επίσης η Τέχνη αποτελεί κεντρική θέση όσον αφορά στις δημοσιεύσεις αυτού του ιστότοπου, αφού η πρωταρχική μου ενασχόληση από εκεί ξεκινά κι' εκεί καταλήγει. Φανατικά πράγματα μην φέρεις εδώ, δεν είναι αυτός ο τόπος, φτηνές δημαγωγίες επίσης εξαιρούνται, σκέψεις δικές σου, γνήσιες, προβληματισμούς δικούς σου, πολύ ευχαρίστως, ανακύκλωση εκείνου του χαώδους, όπου σεύρω κι όπου μεύρεις, δεν το θέλω. Οι καλές εξηγήσεις κάνουν τους καλούς φίλους. Εύχομαι καλή ανάγνωση.

σημ: κάθε κείμενο μπορεί να αναδημοσιευτεί ελεύθερα φτάνει να αναφέρεται οπωσδήποτε
η πηγή του, δηλ, η ονομασία του μπλόγκ μου.
Σας ευχαριστώ για την κατανόηση!







Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

μεταφράσεις: ΞΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ


CATHAY – EZRA POUND

Rihaku

 

Θρήνος του Φρουρού των Συνόρων

 

φυσά ο άνεμος

στη Βόρεια Πύλη,  άμμο γεμάτος

Μοναχικός απ΄τις αρχές ως τώρα των αιώνων!

Πεσμένα δέντρα, κίτρινο του

Φθινοπώρου το χορτάρι

κάστρα ανεβαίνω και κάστρα

τη γη των βαρβάρων να προσέχω:

Ερηπωμένο κάστρο, ο ουρανός, κι η έρημος πλατειά.

Δεν έχει μείνει τοίχος σε τούτο  το χωριό όρθιος.

από χιλιάδες παγετώνες ασπρισμένα κόκκαλα,

Ψηλοί σωροί, χορτάρι κι από δέντρα  σκεπασμένοι

Ποιος τόφερε το πράγμα ετούτο;

Ποιος έφερε την πυρωμένη του αυτοκράτορα οργή;

Ποιος έφερε με τα  νταούλια και τα τύμπανα

Στρατόν;

Οι  βασιλιάδες των βαρβάρων.

Μιαν άνοιξη αρχόντισα π΄άλλαξε

Σ΄ένα   φθινόπωρο για αίμα διψασμένο

Κι ο συρφετός  των στρατιωτών  μες στο μεσαίο βασίλειο απλωμένος,

Τριακόσιες εξήκοντα χιλιάδες,

Και θλίψη, θλίψη σαν και τη βροχή.

Θλίψη να πας και θλίψη, θλίψη να΄ρθεις πίσω,

Ερημωμένα, ερημωμένα τα χωράφια,

Δίχως παιδιά πολέμου επάνω τους

Δίχως τους άνδρες πια  να ορμήσουν ή ν΄αντισταθούνε.

Ώ, πως μπορείς τη μουντή θλίψη στη Βόρεια Πύλη να μαντέψεις,

Με του Rihoku τόνομα πια ξεχασμένο,

Κι εμείς φρουροί

Το θήραμα  για   τίγρεις.

 

Μτφ: ν.κυρ.

 

CATHAY – EZRA POUND

 

Lament of the Frontier Guard

 

By the North Gate, the wind blows full of sand,

Lonely from the beginning of time until now!

Trees fall, the grass goes yellow with autumn.

I climb the towers and towers

to watch out the barbarous land:

Desolate castle, the sky, the wide desert.

There is no wall left to this village.

Bones white with a thousand frosts,

High heaps, covered with trees and grass;

Who brought this to pass?

Who has brought the flaming imperial anger?

Who has brought the army with drums and with kettle-drums?

Barbarous kings.

A gracious spring, turned to blood-ravenous autumn,

A turmoil of wars-men, spread over the middle kingdom,

Three hundred and sixty thousand,

And sorrow, sorrow like rain.

Sorrow to go, and sorrow, sorrow returning,

Desolate, desolate fields,

And no children of warfare upon them,

No longer the men for offence and defence.

Ah, how shall you know the dreary sorrow at the North Gate,

With Rihoku's name forgotten,

And we guardsmen fed to the tigers.

 

_Rihaku._

Δεν υπάρχουν σχόλια: