H καρδιά μας
«H καρδιά μας είναι κύμα, / που δεν σπάει στην ακρογιαλιά./ Ποιος μαντεύει τη θάλασσα, / απ' όπου βγαίνει η καρδιά μας; / Αλλά είναι η καρδιά μας ένα κύμα μυστικό, χωρίς αφρό./ Βουβά πιάνει μια στεριά./ Και αθόρυβα σκαλίζει το ανάγλυφο ενός πόθου, / που δεν ξέρει απογοήτευση, / και αγνοεί την ησυχία
Τοῦ χρόνου ἀνάγλυφη εἰκόνα
Δὲν ὀνειρεύτηκα ποτὲ τὸ χρόνο
Καὶ τὴ συντροφιά του
Μήτε τὴν ἀπουσία τοῦ ὀσφράνθηκα ποτὲ
Σὲ κάποιο ἐλάχιστο ἡδονικό μου ὕπνο
Μόλις πεθάνει
Μόλις πεθάνει
Ἡ ἀγάπη
Θέλει σιωπὴ μεγάλη
Γιὰ νά ῾βρει στὴν ἄκρη τοῦ πόνου
Τὴν περίφημη λίμνη
Τὴ λήθη.
Πάλι ο ουρανός ανοίγει εδώ την πύλη
Πάλι ο ουρανός ανοίγει εδώ την πύλη
Πάλι σηκώνει τη σηµαία
Εµείς µπαίνουµε χωρίς φόβο
Τα µάτια τα πουλιά µαζί µας µπαίνουν
Αστράφτει η πολιτεία αστράφτει ο νους µας
Η φαντασία τους κήπους πληµµυράει
Είναι παιδιά που στέκονται στις βρύσες
Κορυδαλλοί στους όρθρους ακουµπάνε
Στις λεµονιές άγγελοι χορτάτοι
Είναι αηδόνια που παντού ξυπνάνε
Φλογέρες παίζουν, έντοµα βουίζουν
Είναι τραγούδια η στάχτη των νεκρών
Και οι νεκροί κάπου αναγεννιούνται πάλι
Ολούθε µας µαζεύει ο Θεός
Έχουµε χέρια καθαρά και πάµε.
Ποιος ειν’ τρελλος απο ερωτα
ποιος ειν'τρελλός από έρωτα
ας κάνει λάκκους την αυγή
να πάμε εκεί
να πιούμε τη βροχή
Μια που εμείς σ’ όποια στέγη αράξουμε
σ’ όποιαν αυλή
ο άνεμος χαλνάει τον ουρανό τα δέντρα
κι η στείρα γη
μέσα σ’ εμάς βουλιάζει
Ποιος είν’ τρελός από έρωτα
ας κάνει λάκκους την αυγή
να πάμε εκεί
να πιούμε τη βροχή
“Δεν έχω γνωρίσει, θα ‘θελα να το διακηρύξω, μορφή
πνευματικού ανθρώπου αγνότερη από τη δική του.”
(Οδυσσέας Ελύτης για τον Γιώργο Σαραντάρη )
Γιώργος Σαραντάρης (ποιημα του Οδυσσεα Ελυτη)
Θ’ ανάψω δάφνες να φλομώσει ο ουρανός
μήπως και μυριστείς πατρίδα και γυρίσεις
μέσ’ απ’ τα δέντρα που σε γνώριζαν και που γι’ αυτό
τη στιγμή του θανάτου σου άξαφνα τινάξανε άνθος
Εμάς τους γύφτους άσε μας
τους «οικούντας εν τοις κοίλοις»
τι δε νογάμε από γιορτή
Και τα πουλιά δε βάνουμε προσάναμμα
μα στον ύπνο μας καθώς μας είχες μυήσει
δώθε από τη φθορά πλέκουμε τους κισσούς
μακριά σου πιο κι απ’ το Α του Κενταύρου
«Ως εν τινι φρουρά εσμέν»
μαργωμένοι μες στο χρόνο
κι από τραγούδι αμάθητοι
Μόνος εσύ ο αιρετικός της ύλης αλλ’
ομόθρησκος των αετών το ύστερο άλμα
τόλμησες. Κι οι ποιμένες σ’ είδανε της Πρεμετής
μες στης άλλης χαράς το φως να οδοιπορείς πιο νέος
Τι κι αν ο κόσμος μάταιος
έχεις μιλήσει ελληνικά
ως «εις τον έπειτα χρόνον»
κι από την ομιλία σου ακόμη
βγάνουν θυμίαμα οι θαλασσινοί κρίνοι
και κάποιες θρυλικές κοπέλες κατά σε
μυστικά στρέφουνε τον καθρέφτη του ήλιου.
1955
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου